Συχνές
Ερωτήσεις

Σας ευχαριστούμε για την επικοινωνία σας. Έχετε ένα παιδί που το ταμπεραμέντο του είναι αρκετά εκρηκτικό. Οι εκρήξεις του είναι πολύ συχνές όπως αναφέρετε και σίγουρα δεν έχουμε να κάνουμε με ένα ήρεμο, χαρούμενο και ανέμελο παιδί. Αυτό μπορεί να συμβεί για πολλούς και διαφορετικούς λόγους: Ανωριμότητα (συμπεριφορές και μαθησιακή επίδοση συμβατές με χαμηλότερη ηλικία), δυσκολίες λεκτικής και κοινωνικής επικοινωνίας (έχει χαμηλή «παλέτα» διαπραγμάτευσης ή δεν γνωρίζει να κάνει χατίρια), χαμηλή ανοχή στη ματαίωση (δυσκολίες στη συναισθηματική ρύθμιση), δυσκολίες αισθητηριακής επεξεργασίας (εύκολη σύγχυση σε έντονα από ερεθίσματα περιβάλλοντα), διαταραχές συντονισμού κίνησης (τα αδέξια παιδιά συχνά θυμώνουν όταν δεν καταφέρνουν κάτι), άκαμπτοι μηχανισμοί σκέψης (αδυναμία αποδοχής άλλου πλάνου πλην αυτού που έχουν στο μυαλό τους). Παίζει σημαντικότατο ρόλο το πώς αντιδράτε εσείς σε αυτές τις συμπεριφορικές εκδηλώσεις του παιδιού σας. Αναφέρετε ότι το παιδί μπορεί και να σας χτυπήσει. Δυστυχώς από μόνο του αυτό υποδηλώνει δυσκολίες στο να διαχειριστείτε σταθερά τις εκρήξεις του και μοιάζετε «αδύναμοι» στα μάτια του και στη σκέψη του να ελέγξετε τις συμπεριφορές του. Θα σας συστήναμε αρχικά να απευθυνόσασταν σε Αναπτυξιακή Παιδίατρο για να αξιολογήσει τις δυσκολίες του παιδιού σας. Δυστυχώς η βιβλιογραφία και εμπειρία δείχνει ότι αυτές οι δυσκολίες έχουν την τάση να επιδεινώνονται με το πέρασμα του χρόνου και χρειάζεται άμεση αντιμετώπιση. Βρισκόμαστε στη διάθεσή σας για οποιαδήποτε περαιτέρω πληροφορία.

Όταν το βρέφος μετά το πρώτο έτος ζωής

  • δεν ανταποκρίνεται στο άκουσμα του ονόματός του.
  • δεν μπορεί να εκτελέσει απλές εντολές π.χ. “έλα εδώ”, “πάρε”, “δώσε μου”, “κάθισε”.
  • δεν κατονομάζει τους γονείς του ως “μπαμπά”, “μαμά”.
  • δεν επαναλαμβάνει λεκτικούς ήχους που ακούει.
  • δεν ονομάζει απλά καθημερινά αντικέιμενα.
  • δεν ακολουθεί με το βλέμμα τον συνομιλητή.
  • δεν εκδηλώνει ενδιαφέρον για επικοινωνιακή αλληλεπίδραση με κανέναν.

Όταν το βρέφος μετά το δεύτερο έτος

  • δεν κατονομάζει περισσότερες από 50 λέξεις.
  • δε συνδέει δύο λέξεις φτιάχνοντας πρόταση.
  • δεν εκδηλώνει λεκτικά τις επιθυμίες του π.χ. “νερό”, “θέλω γάλα”.
  • δεν κατανοεί βασικές έννοιες όταν του ζητηθεί π.χ. “δείξε μου τη μύτη σου”, “πού είναι η μπάλα;”
  • δεν μπορεί να μασήσει στερεά τροφή και τρέφεται αποκλειστικά με παχύρευστες κρέμες και αλεσμένο φαγητό.

Όταν το νήπιο μετά το τρίτο έτος

  • δεν μπορεί να συμμετέχει σε απλό διάλογο.
  • εκφράζει πολύ λίγες ιδέες και έννοιες.
  • δε χρησιμοποιεί μία αποδεκτή σύνταξη στον αυθόρμητο λόγο του.
  • οι εκφράσεις του είναι αποκλειστικά μονολεκτικές.
  • τμηματίζει και απλοποιεί τις πολυσύλλαβες λέξεις εκφέροντάς τες ως μονοσύλλαβες ή δισύλλαβες.
  • δεν χρησιμοποιεί σωστά τα πρόσωπα και αναφέρεται στον εαυτό του στο δεύτερο πρόσωπο π.χ. “να παίξεις”, “κλαις”.

Όταν το νήπιο μετά το τέταρτο έτος

  • δε γίνεται εύκολα κατανοητό όταν μιλάει από άτομα που δεν το γνωρίζουν.
  • παραλέιπει, αντικαθιστά και παραποιεί διάφορους λεκτικούς ήχους.
  • ελαχιστοποιεί το μήκος πολυσύλλαβων λέξεων κόβοντας συλλαβές, αντικαθιστώντας τες με άλλες και απλοποιώντας τη δομή της λέξης.
  • δεν μπορεί να περιγράψει τα γεγονότα της καθημερινής εμπειρίας π.χ. πώς πέρασε στο σχολείο.
  • έχει ένα πολύ πτωχό λεξιλόγιο, αναγνωρίζοντας ελάχιστες λέξεις και κατονομάζοντας ακόμα λιγότερες.
  • δε γνωρίζει τα χρώματα.
  • δεν αναγνωρίζει τις έννοιες του μεγέθους, του βάρους, της ποσότητας.

Όταν το νήπιο στην προσχολική ηλικία

  • παρουσιάζει οποιαδήποτε δυσκολία στην άρθρωση.
  • δεν έχει επαρκώς καταληπτή ομιλία.
  • δεν μπορεί να περιγράψει με επάρκεια αντικείμενα, πρόσωπα και γεγονότα.
  • χρησιμοποιεί ένα πολύ απλό σε περιεχόμενο λεκτικό μοντέλο, χωρίς επίθετα, επιρρήματα και σύνθετες συντακτικές δομές.
  • δεν έχει σωστό χρονικό προσανατολισμό.
  • εν είναι εξοικιωμένο με τα αριθμητικά σύμβολα και τις ποσότητες μέχρι το 10.
  • δεν μπορεί να επαναλάβει προτάσεις που ακούει.
  • δε διακρίνει τα γράμματα από άλλα σύμβολα ή σχέδια.
  • δεν μπορεί να εντοπίσει τους μεμονωμένους ήχους εντός των λέξεων π.χ. “από τι αρχίζει η λέξη… ;”

Όταν το παιδί στην πρώτη σχολική ηλικία

  • δεν μπορεί να μάθει και να εφαρμόσει στη γραφή γραμματικούς κανόνες.
  • διαβάζει με αργό ρυθμό, παραλείποντας λέξεις και γράμματα και διαβάζοντας λέξεις που δεν υπάρχουν στο κέιμενο.
  • δεν κατανοεί επαρκώς το κείμενο που μόλις διάβασε.
  • δεν μπορεί να γράψει σωστά λέξεις που γνωρίζει και άγνωστες λέξεις με απλή συλλαβική δομή.
  • συγχέει γράμματα μεταξύ τους π.χ. το Θ με το Φ, το Χ με το Γ, καθώς και γράμματα με αριθμούς π.χ. το 3 με το ε.
  • γράφει λέξεις συγχέοντας τη σωστή σειρά των γραμμάτων π.χ. “πώρτος” αντί πρώτος, “νύτχα” αντί νύχτα.
  • δεν μπορεί να μάθει τη σωστή γραφή των ορθογραφικών λέξεων.
  • δεν μπορεί να εκφραστεί γραπτά και να οργανώσει τις σκέψεις του στο γραπτό.

Ενημέρωση και εκπαίδευση γονέων σχετικά με τη ΔΕΠ-Υ ώστε να αναγνωριστεί η αδυναμία του παιδιού να ελέγξει τη συμπεριφορά του.

Ατομική θεραπεία του παιδιού με συμπεριφοριστικές παρεμβάσεις και τεχνικές θετικής ενίσχυσης.

Ειδική αγωγή για την αντιμετώπιση των μαθησιακών δυσκολιών του.

Συνεργασία με το σχολείο για την πρόληψη και διαχείριση της συμπεριφοράς και της σχολικής υποεπίδοσης με τη χρήση κατάλληλων στρατηγικών και ταυτόχρονη παροχή εξωτερικών ενισχυτικών, υπό την καθοδήγηση των εκπαιδευτικών.

Η Συναισθηματική Ανάπτυξη των παιδιών είναι απαραίτητη προκειμένου να γνωρίσουν τον εαυτό τους και να συνειδητοποιήσουν την μοναδικότητα τους. Η χρήση εικονογραφημένων ιστοριών και βιωματικών δραστηριοτήτων συνδυαστικά με τη συζήτηση θεμάτων της καθημερινότητας στοχεύουν στο :

  • Να αναγνωρίζουν και να κατονομάζουν τα συναισθήματα τους.
  • Να διηγούνται προσωπικές τους εμπειρίες.
  • Να εμπλουτίζουν το λεξιλόγιο τους για την έκφραση των συναισθημάτων τους.
  • Να αναζητούν τρόπους διαχείρισης και αντιμετώπισης των συναισθημάτων τους.
  • Να αναπτύσσουν την αυτοεκτίμηση τους.

Υπάρχουν γονείς που επιλέγουν να αγνοούν τους φόβους των παιδιών τους πιστεύοντας πως θα τους ξεπεράσουν στην εξελικτική πορεία τους προς την ωριμότητα. Τα παιδιά όμως έχουν την ανάγκη να συζητούν όσα θεωρούν επικίνδυνα καθώς και να λαμβάνουν τη διαβεβαίωση ότι το φοβικό αντικείμενο δεν αποτελεί απειλή για τη ζωή τους. Ακόμη όταν οι γονείς αναφέρουν παραδείγματα θαρραλέας αντιμετώπισης – είτε από την προσωπική τους εμπειρία είτε άλλων παιδιών ή ηρώων από ιστορίες /παραμύθια- βοηθούν ώστε το παιδί να αναπτύξει δεξιότητες αποτελεσματικής αντιμετώπισης της φοβικής κατάστασης. Στην προσχολική ηλικία οι φόβοι συνδέονται κυρίως με την ανασφάλεια, το άγνωστο και το απίθανο. Καθώς το παιδί μεγαλώνει φοβάται περισσότερο την απώλεια, το θάνατο και την αποτυχία.

Στην εφηβεία οι φόβοι αποκτούν ένα προσωπικό τόνο και αφορούν κυρίως στις διαπροσωπικές σχέσεις και στη διαμόρφωση της ταυτότητας. Ο φόβος όμως μπορεί να λειτουργήσει και ως μια προσαρμοστική μορφή συμπεριφοράς γιατί το παιδί μαθαίνει μέσω της ύπαρξης επικίνδυνων καταστάσεων να προστατεύεται.

Ενημέρωση και εκπαίδευση γονέων σχετικά με τη ΔΕΠ-Υ ώστε να αναγνωριστεί η αδυναμία του παιδιού να ελέγξει τη συμπεριφορά του.

Ατομική θεραπεία του παιδιού με συμπεριφοριστικές παρεμβάσεις και τεχνικές θετικής ενίσχυσης.

Ειδική αγωγή για την αντιμετώπιση των μαθησιακών δυσκολιών του.

Συνεργασία με το σχολείο για την πρόληψη και διαχείριση της συμπεριφοράς και της σχολικής υποεπίδοσης με τη χρήση κατάλληλων στρατηγικών και ταυτόχρονη παροχή εξωτερικών ενισχυτικών, υπό την καθοδήγηση των εκπαιδευτικών.